racêmico - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

racêmico - translation to

Mistura racêmica; Racémico; Racemato; Racêmica

racemato         
{m}
- (хим.) рацемат
racemato         
(хим.) рацемат
racemato         
хим. рацемат

Ορισμός

Racemato
m.
Sal, resultante do ácido racêmico com as bases. Cf. "Techn. Rur.", 20.

Βικιπαίδεια

Mistura racémica

Em Química, uma mistura racémica (português europeu) ou mistura racêmica (português brasileiro) é uma mistura em quantidades iguais de dois enantiómeros de uma molécula quiral, cuja atividade ótica não desvia o plano da luz polarizada nem para a esquerda (levogiro), nem para a direita (dextrogiro). É, portanto uma mistura de 50% do enantiômero levogiro e 50% do dextrogiro.

A nomenclatura química das misturas racêmicas é dada pelo prefixo (±)- ou rac- (ou racem-) ou pelos símbolos RS e SR.